Κυριακή 27 Απριλίου 2008

Μαγκιά του.

Καλημερίζω.

Η μεγάλη βδομάδα με βρήκε στην Θράκη, σε συγγενείς σε Ξάνθη και Κομοτηνή ,με μια αυθημερόν εκδρομή Αλεξανδρούπολη. Για μία ακόμα φορά, συνειδητοποίησα πόσο διαφορετικοί είναι οι άνθρωποι εκεί πάνω. Άλλος κόσμος. Απλός, ανοιχτός με τους γύρω ανθρώπους, με το χαμόγελο, χωρίς τα κόμπλεξ της Θεσσαλονίκης για παράδειγμα, που λες ότι είσαι Αθηναίος και σε κοιτάνε λες και τους είπες την μπουγάτσα τυρόπιτα. Εντάξει, όχι ότι οι Αθηναίοι είναι καλύτεροι. Μου έλεγε ένας φίλος, Πατρινός, μια φορά που κατέβηκε Αθήνα, πήγε (άκουσον άκουσον) να ρωτήσει την ώρα από έναν άγνωστο, και στο "Συγνώμη, φίλε", του λέει το θηρίο το ενήμερο, "δεν έχω λεφτά". Μα και συ ρε Χρήστο, τόσα ρολόγια έχουν στους πάγκους οι πλανόδιοι, και αν πας και στο Μοναστηράκι βρίσκεις και Rolex κοψοχρονιά. Δεν ήξερες, δε ρώταγες; Ε,ναι ,θέλει κότσια να ρωτήσεις Ο Αθηναίος στο κέντρο της Αθήνας είναι σαν ηφαίστιο που ξυπνά από όνειρο βαθύ. Μια μικρή εισβολή στον προσωπικό του χώρο, έστω διατάραξη στην σκέψη του, και η ατμόσφαιρα γύρω του μυρίζει θειάφι. Ή μπαρούτι, όπως θέτε. Και όμως, το όνειρο του μέσου Ξανθιώτη μαθητή είναι να πάει Αθήνα, ή έστω, Θεσαλλονίκη.

Αλλάζω θέμα, και θα αναφερθώ φυσικά στην μεγάλη γιορτή των Χριστιανών, χτες και σήμερα. Ώς άθεος, το χτεσινό βράδυ για μένα έπρεπε να είναι όπως όλα τα υπόλοιπα σαββατόβραδα, τα ανιαρά σαββατόβραδα που περνάω όταν επισκέπτομαι τους γονείς μου, στην Αθήνα. Αμ δε! Τα τηλέφωνα άρχισαν από νωρίς.
- Έλα ξάδερφε! Να περάσω νωρίτερα να τα πούμε, πριν πάμε εκκλησία το βράδυ;
- Θα πάμε και εκκλησία;
Τέλοσπάντων, δεν ήθελα να κάνω θέμα, γιατί κατα τις 11 έμπηξε και η μάνα μου τις φωνές όταν της είπα ότι δεν ψήνομαι.
- Τσάμπα δηλαδή θα κάνουμε το τραπέζι. Τι νόημα έχει να φορτωθούμε όλη αυτή τη χοληστερίνη βραδιάτικα;
Ενώ αν πήγαινα εκκλησία, η χοληστερίνη του αμνοεριφίου θα γινόταν becel pro-activ και δεν θα μας πείραζε, ούτε το αγιασμένο ψητό ούτε η μαγειρίτσα. Φρούτο που λέει ο λόγος. Αν και πλέον δεν είναι να εμπιστευόμαστε, ούτε τα φρούτα.
Πόσες φορές έχετε πει, "ας μη μιλήσω, λόγω της ημέρας" ; Ε, το είπα και γω. Μαζευόμαστε, φτάνουμε στην εκκλησία, μου χώνει στο χέρι η μάνα μου μια λαμπάδα. Την κοιτάζω, ύφος μισό απορίας μισό θυμού, "ε πάρε να ανάψεις και συ"..
- Μάνα, εγώ δεν κρατάω πανό και πλακάτ του Π.Α.ΜΕ. στις διαδηλώσεις γιατί δεν πιστεύω ότι ένας κούκος μόνος του θα φέρει την άνοιξη, θα κρατήσω λαμπάδα;
Πετάγεται η γιαγιά μου, μη χάσει
- Κοίτα, πρέπει μερικά έθιμα να τα σέβεσαι. Είναι ντροπή.
- Εμένα και τις αντιλήψεις μου ποιός μας σέβεται;
Σε αυτό το σημείο να πω ότι είχαμε φτάσει νωρίς, κατά τις 11μιση και δεν είχε πολύ κόσμο έξω, ούτε καν μέσα στην εκκλησία. Έκατσα έξω, με την θεία μου που είναι καθολική, και περιμέναμε. Και εκεί που περίμενα να τελειώσει, το όλο πράγμα απέκτησε ενδιαφέρον. Μαζί με τον κόσμο που πλάκωσε, ήρθαν και μερικά πολύ καλά κομμάτια. Αρκετά καλά, θα έλεγα. Επί το έργον, κοζάρω, χωρίς να έχω και πολλές δυνατότητες να δράσω, εξαιτίας του πανικού που έγινε ξαφνικά από κόσμο. Α,ναι , Χριστός Ανέστη!. Μαγκια του. Η υπομονή μου εξανέστη. Αλλά έπρεπε να δράσω. Ανάβω το κερί μου, - α, ρε μάνα- και στο στριμωξίδι μέσα, στα συγνώμη, να περάσω, μου κάνει μία : "Σιγά, θα με κάψεις"
- Η φωιιά δεν καίγεται, της λέω, και αποδίδω σιωπηρά τα copyright στον Χρηστάρα,
ενώ η τύπισσα έχει σκάσει ένα "wtf,i liek'd" χαμόγελο. Το προαύλιο της εκκλησίας άδειασε μέσα στο 10λεπτο, τους είχε φαίνεται κόψει όλους, μάλλον τους περισσότερους λόρδα, βοήθειά τους όμως που αφιέρωσαν μισή ωρίτσα στην μεγαλύτερη γιορτή της θρησκείας τους, και γύρευε πόσες στις ετοιμασίες του τραπεζιού. Ε, να μην γιορτάσουν κατανυκτικά στα σπίτια τους, με μαχαιροπήρουνο ανα χείρας; Τους κατανοώ πλήρως.

Δεν υπάρχουν σχόλια: